|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово Συριανός? — — μαμμόθρεφτος — διαφορετικότητα — αλάνθαστος — ψηλαφητά — επισωρευτικός — σβεστός — ρετσινολαδιά — τζανερίκι — αλεπόπουλο — κερεστές — ψέγομαι — αναδεκτός — στάζω — αρύομαι — γνώρα — λατόμηση — ηλεκτροθερμία — κακοήθης — συμπονάω — απαιδος — πυρηνίνη |
|||