Новогреческий словарь
μονοκομματικός
μονοκομματικός
однопартийный
;
~ό σύστημα — однопартийная система
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
однопартийный
? —
μονοκομματικός
как с
(ново)греческого
переводится слово
μονοκομματικός
? — однопартийный
#
(ново)греческий словарь
—
ερπετό
—
απλαστικός
—
κράτημα
—
συνοδοιπορώ
—
κατρακυλάω
—
βρυάζω
—
στραπατσάρισμα
—
διερευνητής
—
πτυχιούχος
—
δετηρία
—
αχαλινωσιά
—
ωκεανογραφία
—
ξωτικό
—
ιεροδιδασκαλείο
—
ξώπασχα
—
ασαφήνιστος
—
ντόρτια
—
καραγκιοζοπαίκτης
—
δαιμονιζόμενος
—
ανοιχτόκαρδος
—
φουντούκι
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве