|
το взаимосвязь, взаимозависимость #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово взаимосвязь? — αλληλένδετο как на (ново)греческом будет слово взаимозависимость? — αλληλένδετο как с (ново)греческого переводится слово αλληλένδετο? — взаимосвязь, взаимозависимость — φαλσέττο — ρυμουλκώντας — αντιπληθωρικός — αντευχοριστώ — απατηλός — νευρείλημα — αποσφραγίζω — ρητινώνω — συντρέχω — μελισσούλα — δευτέρωση — ανακολουθία — αφιλοθεάμων — οκταετής — μετάβαση — σκληροκαρδος — πλέξη — ψηλοκρεμαστός — αληθινότητα — κελάϊδημα — διαπορούμαι |
|||