|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово γεώμηλο? — — ειδησεογραφικός — πτερυγίζω — κειμηλιαρχείο — δολερός — τυμπανόξυλο — κορασίδα — αδωρος — ογκηθμός — τσιγγουνεύομαι — εναντιόμορφος — πληγή — ανεξασθένιστος — μάννα — πωλήτρια — παιδαγωγικός — πιές — ακαπέλλωτος — μισόβραστος — σύριγμα — γουρουνίζω — ξενοδοχείο |
|||