Новогреческий словарь
συστάδην
συστάδην
:
εκ τού ~ — в непосредственной близости
;
μάχη εκ τού ~ — рукопашный бой
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
συστάδην
? —
#
(ново)греческий словарь
—
κάνω
—
αναζώνω
—
επισκιάζω
—
εξομολόγηση
—
κοσμοπλήμμυρα
—
επικοινωνιολόγος
—
Σαββατοκύριακο
—
ενδοκρινολογικός
—
μοργανίτης
—
απαιδευσία
—
κοσμοβοή
—
ευθαρσής
—
εισπνεόμενο
—
χαρτονοποιός
—
υφαρπαγή
—
συνθηματικός
—
αμφιθάλασσος
—
ατρυπάνιστος
—
αγαλλίαση
—
εντεροκολίτις
—
ερημόσπιτο
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве