|
η уст. высокопарность, напыщенность #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово высокопарность? — μεγαληγορία как на (ново)греческом будет слово напыщенность? — μεγαληγορία как с (ново)греческого переводится слово μεγαληγορία? — высокопарность, напыщенность — ορφανεμένος — μυρωδάτος — αδικοβγάλτρια — δίπνευστος — αντίσταυρα — ανεξέλεγκτος — επιτίθεμαι — μυθιστοριογραφία — σαρδανάπαλος — ενδέτης — ανακεφαλιά — μαργελλώνω — γουσταδόρος — αγριο- — αμφιετηρίδα — αναμαλάζω — πενταροδεκάρες — Τσιγγάνα — γραφική — επιγραφή — εξάκλωνος |
|||