Новогреческий словарь
προαγωγός
προαγωγός
ο 1)
совратитель
;
2)
сводник
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
совратитель
? —
προαγωγός
как на
(ново)греческом
будет слово
сводник
? —
προαγωγός
как с
(ново)греческого
переводится слово
προαγωγός
? — совратитель, сводник
#
(ново)греческий словарь
—
πριτσινίζω
—
ευκολομεταχείριστος
—
πεντάπλευρος
—
αμετάβολος
—
αφτρα
—
παλαμιά
—
αποτηγανίζω
—
θολωτός
—
σπιτάλιο
—
Σταμάτιος
—
ξεμαλλιάζω
—
σφυροκόπος
—
ακοσκίνητος
—
στοιχώ
—
μαλάθα
—
βρώμιος
—
ματαιοδοξία
—
θείος
—
τρελλαμάρα
—
επιφυλακτικότητα
—
φάβα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве