|
ο фикус #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово фикус? — φίκος как с (ново)греческого переводится слово φίκος? — фикус — συρτικός — βακίλλιον — μερμήγκι — ληστοφυγόδικος — αποδιαλόγι — ολήμερα — ξεθηλύκωτος — ασκητήριον — εγωμανία — ψευτοκουλτουριάρα — βουτυροποιείο — ανανταπόδοτος — ατρόμαχτος — λιχουδεύομαι — αποπροσανατολισμός — γυρευτής — άστε — ασύναχτος — καβγαδάκι — καλαμποκόσουπα — περιποιητικότητα |
|||