|
η спичечница #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово спичечница? — σπιρτοθήκη как с (ново)греческого переводится слово σπιρτοθήκη? — спичечница — επευφήμησις — θερμοκρασιακός — διώρυγα — νταής — λήγων — μητρώος — ανελέητος — αμαρκάλιστος — σουηδικός — ελληνιστί — ανθρακαέρτον — έμμηνα — Πειθώ — στειρότητα — ειρωνικώς — ζεύγομαι — ηνωμένος — διαπήδηση — πετροφυής — γεννητάτος — ισοφαρίζω |
|||