|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово δεξιόχειρας? — — κιτροπαραγωγός — νέασις — έθνος — γραφομηχανή — βερνικωμένος — αμοιριά — διφασικός — μανικετόκουμπο — αναξιότητα — περισπάω — κρέπι — ναυτομεσίτης — αμφιτέμνω — ανεμόμυλος — σουμάδα — υγιής — μειοψηφών — ξαράχνιασμα — βαθρακομάτης — παρμάρα — εβκάφιον |
|||