|
ο конденсатор #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово конденсатор? — συμπυκνωτήρας как с (ново)греческого переводится слово συμπυκνωτήρας? — конденсатор — αναστέλλω — παρλαπίπα — παγοποιία — διανεμητής — στραμπουλιξά — υστερικά — υδατοσφαιριστής — αλίμενος — νιστέρι — μεσοκυττάριος — τραχειοβρογχοσκόπηση — έμβαμμα — διαίρεσις — σπαρταριστός — αητός — Εδέμ — ανήξευρος — απολυτρώνω — αναζώνω — φρεναπάτη — κωλογλείφω |
|||