Новогреческий словарь
χλιμάρα
χλιμάρα
η :
~! — [phrase]вот горе!, вот беда![/phrase]
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
χλιμάρα
? —
#
(ново)греческий словарь
—
πορθητής
—
εξώλης
—
αντανακλαστικό
—
πρωτοπαθής
—
σάκχαρο
—
θαλασσοπνίγομαι
—
συνεπάγην
—
σκληροπυρηνικός
—
αλίευμα
—
ύφεση
—
ασυγχώρητος
—
προχθεσινός
—
δρύ
—
αυτοδικώ
—
ακομπανιάτορος
—
άγγιχτα
—
ξεκαλτσώνω
—
συγγενολόγι
—
βαφείο
—
τσοπανόσκυλο
—
αναρτήρας
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве