|
уст. деревянный; === ~ ίππος — троянский конь #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово деревянный? — δούρειος как с (ново)греческого переводится слово δούρειος? — деревянный — αλγηδών — δρόγγος — σκληροκεφαλιά — Γιαπωνέζος — σύσπαση — φωτοκοίω — αποσχιστής — επτάδα — ακαταλληλότητα — ανεμόσκαλα — ζημιά — εκκένωση — εξισωτής — χώρια — αραποσίτινος — αγρότης — λάπαθο — φωτοθεραπεία — αφερτός — υπαλείφω — ασόϊαστος |
|||