ποδιστά

формы словаβ
ποδιστά
мор. по ветру;
          παίρνω (τή) βόλτα (или γυρίζω) ~ — разворачиваться по ветру



#(ново)греческий словарь



как на (ново)греческом будет слово по ветру? — ποδιστά
как с (ново)греческого переводится слово ποδιστά? — по ветру


άκωντενεκετζίδικοτιμαριθμοποίησηεσχάραημιαποικιακόςαντισυνταγματικόςπλεονεκτικόςγουλάρηςπρόλοβοςγλυκοτηράζωαντρειώνωεκπατρίζομαιναυτολογίαακράδανταναστόδερμακαθωσπρεπισμόςλιοκόκκαλοσυμφοιτητήςενετήρμικρόφυτοευγενέστερος




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit