|
безошибочный #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово безошибочный? — άσφαλτος как с (ново)греческого переводится слово άσφαλτος? — безошибочный — αντιστικτική — αραποσιτιά — αποψυκτικός — προάστιο — αποκλίνω — κυρτός — νοσηλευτική — αμόνω — πρυτανεύω — παιδιατρική — μελιτοεξαγωγέας — πιτύργιασμα — επισκευάστρια — αυτοδύναμο — αγγοοροσαλάτα — δεκαπενταετής — γιωματίζω — αμφορέας — αξυπνησιά — προνομία — εικοσάρι |
|||