|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово πεντηκοστιανοί? — — παρείσακτος — ευπρεπισμός — ελκυστικός — αρπάζω — λιθανθρακωρύχος — κλίνη — αχυροκέφαλος — τερπνό — κατακερματισμός — υλοτομικός — πληθυσμογράφος — ακατάργητος — ξεδικιωμός — γουρουνόπουλο — δίδυμος — διεκπεραιωτής — βοϊδομμάτισσα — διδασκαλία — σκηνοθέτης — κυμβαλίστρια — αυτοδιαψεύδομαι |
|||