|
η полсуток #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово полсуток? — δωδεκαωρία как с (ново)греческого переводится слово δωδεκαωρία? — полсуток — έλιγμα — συμβία — συνεταιριστικοποίηση — κυπρίνος — ματοκυλισιά — αποσπεριάτικος — σόγια — στηθάρι — βατταρίζω — πρόσω — άζηλος — τσουκαλάδικο — κολλεκτιβισμός — δενδρόλιθος — εσένα — γεφυριάτικα — οικοπεδάκι — αστρέχα — φύσιγξ — ακετυλενικός — ποδίσκος |
|||