Новогреческий словарь
τυχαία
τυχαία
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
τυχαία
? —
#
(ново)греческий словарь
—
αλουργίς
—
ενσταβλίζω
—
θερμίδα
—
αρρυμοτόμητος
—
επιβραδυντήρας
—
αυστριακός
—
οδόντωμο
—
καπνίστρια
—
γλωσσογνωσία
—
δράση
—
μικρούλης
—
αμυλαλκοόλη
—
αεροδικείο
—
ορμέμφυτα
—
σερμπέτι
—
θερμοφόρος
—
ξενητεμένος
—
λέζα
—
μπαταλεύω
—
τριχούλα
—
αποσυνθετικός
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
латышский словарь
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,