Новогреческий словарь
Κρεμλίνο
Κρεμλίνο
το
Кремль
;
τά αξιοθέατα τού ~ου — достопримечательности Кремля
;
τό ρολόγι τού ~ου — Кремлёвские куранты
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
Кремль
? —
Κρεμλίνο
как с
(ново)греческого
переводится слово
Κρεμλίνο
? — Кремль
#
(ново)греческий словарь
—
ανεμοπόδαρος
—
νυχτοβίγλα
—
προστρέχω
—
προστυχόκοσμος
—
εσάρπα
—
κακόβουλα
—
εφοπλίζω
—
ηχογραφώ
—
κροκέ
—
φασματόμετρο
—
ματαίωση
—
βορίζει
—
ψυχαγωγώ
—
συμπαρομαρτώ
—
ασκούριαστος
—
μεταξύ
—
κλόουν
—
διαπιστευμένος
—
τετρακόσιοι
—
αεροσυμπιεστής
—
σκαφτικός
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве