|
лишённый ласки (о ребёнке) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово лишённый ласки? — ακανάκευτος как с (ново)греческого переводится слово ακανάκευτος? — лишённый ласки — κομπάζω — εδέχθην — μυλωθρός — γαλακτίζω — παρασυμπαθητικός — λεγενόμπρικο — εκποίητος — σεράγιον — φασίστρια — εξακοσαριά — υπερκαπιταλισμός — τιρμπουσόν — κώνος — αγενής — πανέμμορφος — ηλιάζω — αχείμαντος — σύμμεικτος — ρίγωμα — κέλυφος — μονομεταλλισμός |
|||