Новогреческий словарь
νοσσάς
νοσσάς
η
молодка, молодая курица
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
молодка
? —
νοσσάς
как на
(ново)греческом
будет слово
молодая курица
? —
νοσσάς
как с
(ново)греческого
переводится слово
νοσσάς
? — молодка, молодая курица
#
(ново)греческий словарь
—
αεροναυτική
—
μονόδραχμο
—
επαγώγιμος
—
πλατυπόδαρος
—
αδιαπόρθμευτος
—
ιδιωματικός
—
απροπαρασκεύαστος
—
πειθαναγκάζω
—
εντρόφηση
—
τεφρόχρούς
—
υπηρέτρια
—
αδενώδης
—
διαλλακτικός
—
φεουδοκρατία
—
γαβάτα
—
ανοικτίρμων
—
γαλατόχορτο
—
ακαλλιεργησία
—
απελέκητος
—
αναβολιά
—
αναρτώ
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
латышский словарь
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,