|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово διασταυρούμενος? — — προαγοράζω — χαντζάρα — γραμματοσυλλέκτρια — μετρονομία — καινουργής — θεραπευτικά — τρίς — εδώ — υγρασία — πρακτικότητα — ενδεικτικό — αδιαβεβαίωτος — γουνάδικο — αντικομμουνισμός — χιονόπτωση — ύσγινον — Κρασομηνάς — σιδερωμένος — αναχαιντρώνω — εκσπερμάτοση — ετερο- |
|||