μέλαινα

формы словаβ
μέλαινα
ж. р. от μέλας



#(ново)греческий словарь



как с (ново)греческого переводится слово μέλαινα? —


εβραιολόγοςκοινοβουλευηκόςστομωμένοςκρυφομιλώατλαζένιοςανοργασμικόςσωματεμπορίαανεπίδεκτοςλουκούμιαρβανίτικοςέρωταςαυτομουντζώνομαιτουφωτόςσταχυολόγησιςπροσήλιοφταίχτραμουκαβάςαρτοποιείοπιπέριμαναβικήπροφυλακίζω




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit