|
быть виновным #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово быть виновным? — φταίγω как с (ново)греческого переводится слово φταίγω? — быть виновным — ποδηλάτις — ανιχνευτήρας — χειροτονώ — δείλινω — λιγοψυχώ — καταιγιστικός — ντεκολτέ — τοξικομανία — διαγλυφή — εκδιδόμενος — λαθρέμπορος — μαυράδα — συνταύτιση — βωλί — εξαπλάσιος — αιματοπυόρροια — νυκτοφύλακας — βίος — ανυπόγραφος — νοησιοκρατικός — αποχτενίδια |
|||