|
το путы #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово путы? — πέδικλον как с (ново)греческого переводится слово πέδικλον? — путы — λαχανοκομία — ομόψυχος — φτάνω — έμβιος — βρόντος — ευδιάγνωστος — λαοκρισία — ακυρολόγος — ανοργάνωτος — εμπυώ — φασαρία — γυναικοστόλι — μηδενιστικός — μυτιά — αλλάζω — δεκάς — κλινόποδος — Μαργαρίτα — επιτομή — Ουκρανίδα — ασημοχρύσαφα |
|||