|
двенадцатилетний #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово двенадцатилетний? — δωδεκαετής как с (ново)греческого переводится слово δωδεκαετής? — двенадцатилетний — καταισχύνω — ιδρυματισμός — μπήγω — βοϊδάμαξα — γνώμονας — αντιπροσαγορεύω — φύρα — διαπλάττω — παλαιογραφία — γρουσούζα — δουλοπρέπεια — κουμπάρα — στάθμευση — θέριεμα — επικρεμώ — παραίτιος — ρεοστάτης — εκθέτης — εκδήλωση — μοσχόμαγκας — δυνάστης |
|||