Новогреческий словарь
πρωτάκουστος
πρωτάκουστ|ος
неслыханный, небывалый
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
неслыханный
? —
πρωτάκουστος
как на
(ново)греческом
будет слово
небывалый
? —
πρωτάκουστος
как с
(ново)греческого
переводится слово
πρωτάκουστος
? — неслыханный, небывалый
#
(ново)греческий словарь
—
λεφτούλια
—
ατενής
—
κουμπωτός
—
τριτάρικος
—
πενθηφορώ
—
αθέλητος
—
ακαδημία
—
αγριόκοττα
—
μεσοπνευμόνιο
—
πυελοτομία
—
συκολέβι
—
δίπλωμα
—
κεράμειος
—
θρύλος
—
ξυλοπάπουτσο
—
θηριοτροφείο
—
ρημάδι
—
θανατοποινίτης
—
ψυχογράφημα
—
πλιατσικολογημένος
—
ενοθεΐα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве