ψυχοφυσιολογικός

формы словаβ
ψυχοφυσιολογικός
психофизиологический



#(ново)греческий словарь



как на (ново)греческом будет слово психофизиологический? — ψυχοφυσιολογικός
как с (ново)греческого переводится слово ψυχοφυσιολογικός? — психофизиологический


μπαμπακιάζωσυκοφάντριασαγρέςεκδοχεύςμπαρουτάδικοανειδίκευτοςσοδομιτικόςκαταστρεπτικόςσώζομαιαλλοιωτικόςκατάπτοστοςπετροκέρασοφουσκοδεντριάαρριβάρωπιστοποιώατσίγαροςοστεοβλάσταικτηματομεσίτηςκαρίκωμαδιαφορετικάαλείβω




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit