|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово συσφικτήρας? — — ξενηστικώνομαι — δρομολογώ — κατηγόρια — πιανιστικός — συσταλτικός — αντιρροπία — αυτοδύναμος — ντουρής — αντιστήριξη — ρινίτις — κουμαντέρνω — θώκος — ασύσταγος — εξατμιστός — ανεμοτράνταχτος — θεολογικός — ταξικά — συνορίζομαι — αυτοσυνείδηση — πιατέλο — ασυνόψιστος |
|||