|
το куртка (спортивная) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово куртка? — μπουφάν как с (ново)греческого переводится слово μπουφάν? — куртка — καθαρογράφω — βραζιλιανός — μουσαμαδένιος — τσούχτρα — μονότερμα — ακάθαρτος — εκβυθίζομαι — τιμαριωτικός — εγκυστίωση — άρα — χασματώδης — φιλοξενία — σουβλισμένος — σκύφτω — επέλαση — μελωμένος — αυτοδύναμος — ωκεανογράφος — τίγκι-τάγκας — μετεγγράφω — πίκραμα |
|||