|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово βροντοκόπημα? — — βλασφημώ — συγχωρητικός — τρύζω — φτωχεύω — γερνάω — βοτίλια — παραθέριση — θεατρικός — ζητήσιμος — μεγαλοποίηση — μιμόρχημα — συζυγαρχία — στραβολαίμιασμα — οινοφόρος — μαστιχένιος — γλύκωση — αποστραγγιστικός — φυσαρμόνικα — γυμνασιάρχης — επτάς — ηφαίστειος |
|||