Новогреческий словарь
νοικιασμένος
νοικιασμένος
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
νοικιασμένος
? —
#
(ново)греческий словарь
—
διασπάθιση
—
εφοδιοπομπή
—
απόλαμπρα
—
ρυγχοειδής
—
στρατηγείο
—
αναξηραντικός
—
διάρροια
—
ηγγυημένος
—
σφουγγάρισμα
—
αλγώ
—
δεκαεφτάχρονος
—
λούμακας
—
παρερμήνευση
—
καρποφόρος
—
επίσημος
—
εκτροχιασμός
—
καζανιάζω
—
αλεβάντιαστος
—
πριονίδι
—
διμεταλλικός
—
διακόλλημα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве