|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово καρδιαγγειογραφία? — — ορκωτός — κολατσίζω — ευκινητότητα — μαλάσσω — αποσπερίζω — ταλάντωση — τσουλούφι — αποκρουστήρας — ζώγρησις — κουβέλλι — γυιός — επανίδρυση — αναληφθείς — δράστης — συντροφιάζω — σατανιστής — κασιδιάρα — πολτοποίηση — προϊστάμενος — αφέντρα — νεροκουβάλημα |
|||