|
η прям., перен. перемирие #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово перемирие? — εκεχειρία как с (ново)греческого переводится слово εκεχειρία? — перемирие — καρπούμαι — ψάρεμα — πελεκάνος — αλφονσισμός — κοκκορεύομαι — ασχολίαστος — ανεφοδιασμός — γάργαρος — επανεντάσσω — δασερός — επαγωγός — ειλικρινά — διαρροή — αλιγούρευτος — χρονομετρικός — αισθητά — αισχροκέρδεια — συναλλαγματικός — αρχιτέχτονας — αβρόφρων — αποτεφρωτήρας |
|||