Новогреческий словарь
σωματοποιούμαι
σωματοποιούμαι
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
σωματοποιούμαι
? —
#
(ново)греческий словарь
—
υδρωπικός
—
πυλωρικός
—
διωκτικός
—
σπανακόπιτα
—
νεκροτομή
—
κατασκοπικός
—
αιματουρία
—
ανοξαιμία
—
φωτοσκίαση
—
πρεσβύωψ
—
τριχάρα
—
περαταριά
—
αιδημόνως
—
αμεταμόρφωτος
—
γερμανικά
—
λαιμόδεσμος
—
ζωέμπορας
—
προγυμνάζω
—
μεσολαβητής
—
λευκών
—
εναλλακτήρ
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
латышский словарь
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,