Новогреческий словарь
αποφόρτισμός
αποφόρτισμός
ο
разгрузка
(генератора, электромотора)
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
разгрузка
? —
αποφόρτισμός
как с
(ново)греческого
переводится слово
αποφόρτισμός
? — разгрузка
#
(ново)греческий словарь
—
αποκαταστημένος
—
σμάλτωση
—
τριακονταπλούς
—
μάσκαρα
—
καφεστιατόριο
—
προφυλαγμένος
—
εδώδιμα
—
ταβερνιάρισσα
—
φινεστρίνι
—
αίφνης
—
ανθοσκεπής
—
ελλείπω
—
εξοφθαλμισμός
—
σύνθετος
—
εθελοντικότητο
—
μορμόνος
—
ζεματίζομαι
—
ξεσαβουρώνω
—
παρηγορούμαι
—
μνηστή
—
νταγιαντίζω
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве