|
японский #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово японский? — ιαπωνικός как с (ново)греческого переводится слово ιαπωνικός? — японский — νεκροθάφτης — ταχυδρόμηση — συνδυαστικά — κλινικώς — έκπτωτος — παρασελήνη — παραποιούμαι — τουρκοκρατούμαι — αεροβόλο — ευκολία — κάψουλα — παρατείνω — ιαγουάρος — σβουνιά — ενεχυρόγραφον — κουρτινόξυλο — χημείο — ψιδιάζω — όχεντρα — ξαργώ — περιφραστικός |
|||