|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово φακελοποείο? — — αγιογραφώ — αμεταβλησία — λίμα — εριουργείον — καχέκτης — πλακίδιο — ευκολογύριστος — εμβάπτω — πανηγυρήσιος — θάμπωμα — κυανόλευκος — μπουρζουά — μεμπτός — σπανίζων — κνύζα — πολυτεντώνω — αδιατήρητος — εύρηκα — μεσοσαράκοστο — γλειμμένος — απείραστος |
|||