Новогреческий словарь
συνέπηξα
συνέπηξα
αόρ. от συμπηγνύω
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
συνέπηξα
? —
#
(ново)греческий словарь
—
ατελιέ
—
τριακονθήμερον
—
άσε
—
λημέρι
—
εξαμερής
—
όθε
—
ασφάλιστος
—
σιρόπι
—
αλληλοπαραπέμπομαι
—
αδιαίρετος
—
ανταποκρινόμενος
—
ξεκακίζω
—
πλουτοκρατικά
—
κλούβα
—
υπερβολικός
—
ολοκληρώ
—
αποχρέμπτομαι
—
λιανοτράγούδο
—
μαλώνω
—
αρκτύλος
—
ακαδημία
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве