|
ο утилитарист #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово утилитарист? — χρησιμοθήρας как с (ново)греческого переводится слово χρησιμοθήρας? — утилитарист — πεισμάτωμα — κλαβανή — ξαναγύρισμα — γείσωμα — ωοτοκώ — αλίχνιστος — γλυφούτσικος — ασυγκόμιστος — τενεκετζίδικο — αεροναυτικός — πουδράρισμα — εκπωμαστήρας — έναυσμα — ακομπανιάτορος — ακασσιτέρωτος — παραπλωτήρ — καφτάνι — εργογράφος — ιδίως — πρύμα — καρικατούρα |
|||