Новогреческий словарь
μονιμοποιούμαι
μονιμοποιούμαι
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
μονιμοποιούμαι
? —
#
(ново)греческий словарь
—
κάμποσος
—
στρόφιγξ
—
ξεγύρισμα
—
δακτυλιαίος
—
μάγκιπος
—
διανυκτερεύω
—
ενθυλάκωσις
—
βολβοειδής
—
συρματικός
—
απωθητικός
—
αποσήπομαι
—
δελτίωση
—
εξελιγμένος
—
διακάμπτω
—
ξυλοσκίστης
—
αιμοσκοπικός
—
κεραυνοβολία
—
έρεισμα
—
κιμάς
—
συμπύκνωση
—
θώς
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве