|
(-ίδος) η лёгкий пар #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово лёгкий пар? — ατμίς как с (ново)греческого переводится слово ατμίς? — лёгкий пар — βιβλιομανία — μωρούδι — βατσέλλο — πειθάρχηση — βρεθίκια — αποδεκάτευση — φακή — τηλέφωνο — γλίδα — νεύσις — γαστρεντερολόγος — προμηθευτικός — χειλάς — ανακάθομαι — σηκώνω — λεβητοστάσιο — γνωμίζω — καταμαρτύρησις — σχολαστικότητα — ανάστηθος — συνταυτιστικός |
|||