|
η пятидесятилетие, пятьдесят лет #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово пятидесятилетие? — πεντηκονταετία как на (ново)греческом будет слово пятьдесят лет? — πεντηκονταετία как с (ново)греческого переводится слово πεντηκονταετία? — пятидесятилетие, пятьдесят лет — βοναπαρτισμός — σβέρκος — θερμοηλεκτρισμός — τυφεκισμός — απαιδαγώγητος — ζωγραφικά — νήχομαι — ασχημομούτσουνο — τηλέγραφος — κερατένιος — σηπία — απαλλοτρίωση — αποβρασμός — παράδαρμα — επιρρηματικός — αφθαρσία — βδελυγμία — διανοησιαρχία — ενδημικότητα — οροθετώ — δυσδιάκριτος |
|||