|
накожный #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово накожный? — εξωδερμικός как с (ново)греческого переводится слово εξωδερμικός? — накожный — επανάταξις — ανεμοφλογισμένος — λόγχη — βοστρύχισμα — εξωσωματικός — τσιμπημένος — εντερολογία — δισκάδικο — ζωνοσκώληκες — Πρωτημαρτιά — μόρφασμα — δυσκολαίνω — φλοίσβισμα — γιδερό — αμφίγειο — ξανακύλισμα — γαλακτοδοχείο — χρυσοκόλλητος — αποκεντρώνω — περίδετος — τεμπέλικος |
|||