Новогреческий словарь
ισχίο
ισχίο
το
бедро, бок
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
бедро
? —
ισχίο
как на
(ново)греческом
будет слово
бок
? —
ισχίο
как с
(ново)греческого
переводится слово
ισχίο
? — бедро, бок
#
(ново)греческий словарь
—
αινέσιμος
—
εμβρίθεια
—
τρυπώ
—
γλυκογυρίζω
—
ιάσμινος
—
τεχνολογικός
—
γόφος
—
ανάργητος
—
πάρτι
—
βαθμονόμησις
—
γατί
—
φυσικοθεραπεύτρια
—
πραγματοποιήσιμος
—
χάλυβας
—
εξάεδρος
—
ακκόρδο
—
μερισματαπόδειξη
—
πρασίνισμα
—
ξαναζυγώνω
—
ακατανοησία
—
μεταμφιέζομαι
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве