|
η уха #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово уха? — κακκαβιά как с (ново)греческого переводится слово κακκαβιά? — уха — μπακέτα — σουρντίζω — μετροκήριον — δοξαστικός — παλινδρομικός — ντεμουαζέλλα — αναβίωμα — Φιλλανδή — εκπαραθυρώνω — πηροχειρία — οδοντοκοιλία — άθροισμα — Πολυμνία — ασσορτιμέντο — λογχισμός — ρεμάλι — κίνηση — αποχή — μετόπωρον — πεντάδιπλα — μενταγιόν |
|||