Новогреческий словарь
εξέβην
εξέβην
αόρ. от εκβαίνω
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
εξέβην
? —
#
(ново)греческий словарь
—
αεροσυμπιεστής
—
φλάπα
—
άσογος
—
εκλεπίζω
—
ερμηνευτικά
—
εξαρτίζω
—
ψυχωφελής
—
τρεμούλα
—
φανός
—
κωμωδιογράφος
—
αξιώνομαι
—
σβησμένος
—
φορτωτήρα
—
κίτριον
—
ολονυχτία
—
καμέραμαν
—
δέστρα
—
απόκοντα
—
στερεύομαι
—
τροχιόδρομος
—
κτηνασφάλεια
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве