|
англоязычный #(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово αγγλόφωνος? — — μυαλό — ανέμισμα — αθήρ — επικρεμής — κολποσκόπηση — εκδόσιμος — παλληκαρήσιος — διαρραφή — γλυκοχαιρετάω — προσβάλλω — παρωνύμιο — αυτοαναίρεση — ακρόδομος — κηδεμονικός — αντιστρατεύομαι — εξαιρούμαι — υδρομέδουσα — επικλητικός — πρωταπριλιά — κομμάτιασμα — τύλιγμα |
|||