|
ο житель Индокитая #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово житель Индокитая? — Ινδοκινέζος как с (ново)греческого переводится слово Ινδοκινέζος? — житель Индокитая — ασφαλίζομαι — εποχλέας — οστεόφθιση — ενάνθρακος — ανίκητος — τοπικιστής — χορτοπιεστήριο — κακοποιούμαι — θερσίτειος — δυσθερμαγωγός — κοχλιώνω — πύρωση — όστρεο — αμπελοκόπι — ψυχογράφημα — διαφυλαγμένος — ενθαρρυντικός — διαβολέας — ελαιακόνη — χρυσίτιδα — ασχημοκαμωμένος |
|||