|
η деторождение #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово деторождение? — τεκνογονία как с (ново)греческого переводится слово τεκνογονία? — деторождение — μεριδίτσα — αβύζαχτος — αναρχιστικός — γαλακτόμετρο — γενεά — πεπωρωμένος — λειτουργικός — καταρραχίς — βαϊόκλαδο — εμφύλιος — αλατίζω — εκλογικός — περικάρπιο — τεστ — σκιαγράφηση — χειλάκι — εφηρμοσμένος — προβλεπτικότητα — απιστομίζω — ανακάμπτω — αρειανός |
|||